Η μοναχική εγκαταβίωση του Μητροπολίτη Βασίλειου από την ηλικία των 12 ετών στην Ιερά Μονή Αποστόλου Βαρνάβα, και η εκκλησιαστική διακονία του στη συνέχεια στην Εκκλησία της Ελλάδας, στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στην Ιερά Μητρόπολη Ελβετίας, του επέτρεψαν να συνδέσει τα πνευματικά του χαρίσματα με την ασκητική πνευματικότητα και τη λειτουργική εμπειρία της ορθόδοξης παράδοσης.
Η θεολογική του συγκρότηση και το εκκλησιαστικό του φρόνημα εκφράζονται με εξαίρετο τρόπο κατά την τέλεση της θείας Λειτουργίας. Η ιεροπρέπεια και η ευσυνειδησία του ως λειτουργού κατανοείται από όποιον στέκεται δίπλα του στο Θυσιαστήριο και απέναντί του στον ναό, όπως αναφέρεται.
Για τις λειτουργικές ανάγκες του ποιμνίου της μητροπολιτικής περιφέρειας Κωνσταντίας και Αμμοχώστου οι ενορίες είναι άρτια στελεχωμένες με άξιους ιερείς. Από την ανασύσταση της Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου ο Πανιερώτατος τέλεσε τις χειροτονίες 26 νέων κληρικών (21 εις διάκονον χειροτονίες και 23 εις πρεσβύτερον χειροτονίες), ενώ ανεγέρθηκαν ή ανακαινίστηκαν εκ βάθρων πέραν των 20 ναών και παρεκκλησίων. Στο ελεύθερο τμήμα της Μητρόπολης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου λειτουργούν δεκαοκτώ ενοριακοί ναοί, δύο ιερές μονές και μεγάλος αριθμός παρεκκλησίων.